Beings – There Is ...
Album Info
Super group. Τι είναι Super group;
Σύμφωνα με τη Wikipedia, supergroup ονομάζουμε ένα μουσικό συγκρότημα που αποτελείται από μέλη που είναι ήδη επιτυχημένα ως σόλο καλλιτέχνες ή ως μέλη άλλων επιτυχημένων συγκροτημάτων. Ο όρος έγινε δημοφιλής στα τέλη της δεκαετίας του 1960, όταν μέλη ήδη επιτυχημένων ροκ συγκροτημάτων ηχογράφησαν άλμπουμ μαζί, μετά τα οποία συνήθως διαλύονταν. Ο εκδότης και ιδρυτής του Rolling Stone, ο Jann Wenner, υποστήριξε (επιτυχημένα κατά τη γνώμη μου) ότι το βρετανικό ροκ συγκρότημα Cream, (1966), ήταν το πρώτο supergroup.
Όμως σήμερα δεν θα μιλήσουμε για τους Cream αλλά για μια άλλη ομάδα μουσικών την οποία δεν θα διστάσω να ονομάσω supergroup, τους Beings. Ένα συγκρότημα που αποτελείται από τέσσερις καταπληκτικούς μουσικούς με έδρα τη Νέα Υόρκη που ηχογραφούν μαζί για πρώτη φορά ενώ έχουν συμμετάσχει σε πολλές άλλες ηχογραφήσεις είτε ως leaders είτε ως side-(wo)men: τους Zoh Amba, Steve Gunn, Shahzad Ismaily και Jim White.
Προτού περάσουμε στο πρώτο (και ελπίζω όχι τελευταίο) τους άλμπουμ, με τίτλο There Is A Garden, πιστεύω πως πρέπει να κάνουμε μια έστω σύντομη αναφορά στις προηγούμενες δουλείες των παραπάνω μουσικών γιατί πέρα του ότι κάποιες είναι από αξιόλογες έως αριστουργηματικές, επιπλέον καταδεικνύουν τα στοιχεία που ο κάθε μουσικός φέρνει στους Beings.
A) free jazz υπερβατικότητα:
Η Zoh Amba είναι σαξοφωνίστρια και φλαουτίστρια. Η μουσική της συνδυάζει avant-garde, noise και φολκ μελωδίες που μετατρέπει σε λατρευτικούς ύμνους. Αν σκέπτεσαι Albert Ayler, έχεις πολύ δίκιο. Όπως επίσης και Frank Wright ή και David Murray ο οποίος ήταν δάσκαλος της. Η Zoh Amba, πρωτοεμφανίστηκε στα μουσικά πράγματα το 2022. Το ντεμπούτο άλμπουμ της, O, Sun σε παραγωγή από τον John Zorn κυκλοφόρησε το 2022 από την Tzadik. Λίγο αργότερα, το άλμπουμ O Life, O Light Vol. 1 κυκλοφόρησε από την 577 Records, στο οποίο συνεργάστηκε με τον θρυλικό μπασίστα William Parker και τον Francisco Mela (Το Vol. 2 κυκλοφόρησε το 2023). Την ίδια χρονιά, επίσης μαζί με τον Francisco Mela, κυκλοφόρησε το άλμπουμ Causa y Efecto (Vol. 1)- (Το Vol. 2 κυκλοφόρησε το 2024.) Τον Σεπτέμβριο του 2022, κυκλοφόρησε το άλμπουμ, Bhakti με τους Micah Thomas και Tyshawn Sorey καθώς και τον Matt Hollenburg. Το άλμπουμ Alien Skin μαζι με τους Chad Fowler, Ivo Perelman, Matthew Shipp, William Parker, Steve Hirsh κυκλοφόρησε επίσης το 2022. Η Zoh Amba, την ίδια χρονιά συμμετέχει επίσης στο άλμπουμ του Chad Anderson, Mellifluous Excursions Vol. 1 – Where You Been. Το εκπληκτικό άλμπουμ, The Flower School, μαζί με Chris Corsano και Bill Orcutt, βγήκε από την Palilalia Records το 2023. Το 2024, εκτός από τους Beings, κυκλοφόρησε το Solo In Italy το οποίο δυστυχώς, δεν έχω ακούσει ακόμα γιατί δεν προλαβαίνω να ακούσω τα πάντα!
Β) ηλεκτρικό φολκ πριμιτιβισμό:
Ο Steve Gunn είναι κιθαρίστας, τραγουδιστής-τραγουδοποιός με έξι σολο άλμπουμ στο ενεργητικό του, εκ των οποίων τα πιο ενδιαφέροντα είναι τα Eyes On The Lines (2016), το The Unseen In Between (2019) και το Other You (2021) (και τα τρία στη Matador) και πολλές συνεργασίες όπως με την Angel Olsen, τον Kurt Vile, τον Ed Askew, τον πιανίστα David Moore (το άλμπουμ Reflections Vol. 1: Let The Moon Be A Planet είναι ένα έξοχο δείγμα ήρεμου αυτοσχεδιασμού), και τους Kim Gordon και Bill Nace στο αλμπουμ Sound For Andy Warhol’s KISS, το 2019.
Γ) Το μυστικό όπλο:
Ο Shahzad Ismaily είναι πολύ-οργανίστας που έχει συνεργαστεί με απίστευτα πολλούς μουσικούς. Δεν τολμώ να αναγράψω όλες τις δουλειές που έχει συμμετάσχει (στο Discogs έχει 376 ξεχωριστές συμμετοχές) άλλα θα ήταν σφάλμα να μην αναφέρω έστω κάποια ονόματα γιατί το εύρος και η ευελιξία του είναι πραγματικά εκπληκτικά: Mark Ribbot’s Ceramic Dog, Feist, Jandek, Beth Orton, Bob Dylan, Carla Bozulich, Burnt Sugar The Arkestra Chamber, Elysian Fields, Master Musicians Of Bukkake, Secret Chiefs 3, Bonnie “Prince” Billy, John Zorn, Yoko Ono, Bill Horist, Laurie Anderson, Ólöf Arnalds, Death In Vegas, Xiu Xiu, Deerhoof, Ben Frost, Ex Eye, Anna von Hausswolff, Josephine Foster και πολλούς, πολλούς άλλους. Εδώ παίζει κυρίως μπάσο και συνθεσαιζερ.
Δ) Ρυθμικη Α-ρυθμία:
Ο Jim White είναι ο ντράμερ των Dirty Three (με τους Warren Ellis στο βιολί- και Mick Turner στην κιθάρα) από το 1992. Eχει επίσης παίξει με διάφορους άλλους καλλιτέχνες, όπως την PJ Harvey, και τους Mark Kozelek, Bonnie Prince Billy, Cat Power, Courtney Barnett & Kurt Vile, Smog, The Blackeyed Susans. Πιο πρόσφατα, ο White έχει ηχογραφήσει και εμφανιστεί ζωντανά με τους Xylouris White, ένα ντουέτο που σχημάτισε με τον Κρητικό λαουτιέρη Γιώργο Ξυλούρη, και τους The Hard Quartet, ένα underground rock supergroup που αποτελείται από τους Stephen Malkmus, Matt Sweeney και Emmett Kelly.
Στο There is a garden, οι παραπάνω μουσικοί ως Beings αυτοσχεδιάζουν μαζί και ανταλλάζουν ιδέες από διάφορους μουσικούς κόσμους χωρίς κάποια συγκεκριμένη κατεύθυνση. Απλώς, παίζουν μια χαλαρή –παιχνιδιάρικη, ναι!-αυτοσχεδιαστική/τζαζ/ψυχεδελική μουσική που αισθάνεται ανοιχτή αλλά σίγουρη και απολύτως περιεκτική. Τα κομμάτια τελειώνουν νωρίτερα από ότι θα περίμενε κανείς. Δεν υπάρχει τίποτα το περιττό. Αν έχεις διαβάσει μέχρι εδώ και έχεις ήδη αρχίσει να φοβάσαι έναν ακόμα αυτοσχεδιαστικού φρη τζαζ δίσκο με ατελείωτα σολο και κακοφωνία μέχρι τέλους, ηρέμησε – η μουσική των Beings είναι κακόφωνη μεν αλλά ήμερη. Είναι και μερικές φορές, υπερβατική.
Αρχή του δίσκου με το, ‘Small Vows’. Ο ήχος από τους ενισχυτές και τα μουρμουρίσματα από την κιθάρα σε βάζουν αμέσως σε ένα πιο κοντινό, σπιτικό κλίμα, νιώθεις αμέσως σαν είσαι στο ίδιο δωμάτιο με την μπάντα που προβάρει. Ακολουθεί ένας νυσταγμένος ρυθμός από τον Jim White και εφησυχαζεσαι γιατί σαν να νομίζεις ότι ακούς μια garage-blues μπάντα να τζαμάρει ήσυχα από κάπου μακριά. Ώσπου μπαίνει το σαξόφωνο της Zoh Amba σαν καλεσμένος επισκέπτης από άλλη διάσταση. Ο ήχος της είναι άγριος αλλά όχι θυμωμένος. Βραχνός και μελαγχολικός. Το κομμάτι κορυφώνεται λίγο πριν το τέλος με μερικές σκοτεινές, βαθύ-μπλε νότες διανθισμένες με ξαφνικά ανεβοκατεβάσματα από το σαξόφωνο. Σίγουρα το πνεύμα του Albert Ayler βρίσκονταν εκεί, στο στούντιο. Και απλά, έτσι απλά, το κομμάτι τελειώνει. Σε αυτό το άλμπουμ θα βρούμε πιο αφηρημένα κομμάτια σαν και αυτό και άλλα (κάπως) πιο δομημένα, σαν το επόμενο.
(Αυτό το άλμπουμ έχει πολλά αβίαστα instrumental χωρίς αρχή και τέλος. Η μπάντα συνεχίζει να παίζει, εμείς ακούμε για λίγο, σαν περαστικοί διαβατές. Το ύφος του, είναι ταυτόχρονα αγροτικό και αστικό. Έχει εικόνες μεγαλούπολης μέσα του, αλλά και μια ηρεμία που παραπέμπει σε ειδυλλιακά εξοχικά τοπία).
Το ‘Flowers That Talk’, που ακολουθεί, από τη μια μου επιβεβαιώνει την παραίσθηση του ειδυλλιακού κήπου στο πρώτο ενά-μιση λεπτό όπου πιστεύω ότι σαν να ακούμε κάτι σαν τον διάλογο των λουλουδιών, με την κιθάρα και το βουκολικά ψυχεδελικό -tomorrow never knows -συνθ από τον Shahzad Ismaily και τα ανέμελα ντραμ ρολαρίσματα από τον Jim White, από την άλλη, με τραβάει στη Νέα Υόρκη (την δικιά μου, Νέα Υόρκη, τελοσπάντων), γιατί στην μέση του κομματιού αναπάντεχα, το τζαμ οδηγείται σε τελείως Velvet Underground δρόμους: το ριφ που δεν παίζει στην κιθάρα ο Steve Gunn μου έφερε στο μυαλό συγκεκριμένα το ‘Heroin’, ακόμα και τα τύμπανα μου θύμισαν Maureen Tucker στο ίδιο κομμάτι. Και ακόμα πιο πολύ, όταν μπαίνουν τα φωνητικά της Zoh Amba, ειδικότερα στο τέλος, όπου τελικά νομίζω ότι πράγματι ακούμε ένα ριφ του Lou Reed κάτω από την φωνή της Amba που τραγουδάει: “take me home…” Στο μεταξύ, οι λαρυγγισμοί της Amba μου θυμίζουν την αγαπημένη μου Yoko Ono και το σολο σαξόφωνο της ιδίας, φέρνει αρκετά σε John Zorn, οπότε θα μπορούσαμε να πούμε (με κάποια δόση υπερβολής) ότι όλη η Νέα Υόρκη είναι παρούσα στις καταβολές αυτού του δίσκου!
Η σύνδεση (στο δικό μου μυαλό, τελοσπάντων) με τους Velvet Underground συνεχίζεται γιατί στο τρίτο κομμάτι, το God Dances In Your Eyes, το πρώτο που ακούμε είναι ένας μονότονος δρόνος από harmonium του Ismaily που φυσικά, παραπέμπει σε Nico. (Αν δεν έχεις ακούσει το The Marble Index, παράτα ότι κάνεις, ανέβαλε ότι είναι να κάνεις σήμερα και κάτσε κάπου, σκοτεινά κατά προτίμηση και άκουσε το.)
Το πρώτο μισό του God Dances In Your Eyes, αποτελείται από ατονική -Mark Ribbot- κιθάρα και τον επίμονο δρόνο, που μαζί με τα ελευθέρα τύμπανα φτιάχνουν ένα τοίχος θορύβου άλλα το δεύτερο μισό καταλαγιάζει, μετά από ένα πέρασμα με συνθ γραμμές αλά Τerry Riley εποχής Persian Surgery Dervishes.
Το επόμενο, το μονότονο μονόλεπτο “In The Garden”, μόνο ηρεμία κήπου δεν μου θύμισε, εκτός έαν φανταστώ καρακάξες να τσακώνονται. Στο προσκήνιο το φανταστικό σαξόφωνο που επικαλείται το πνεύμα του Ayler (αλλά και του Frank Wright – τσεκαρε το Uhuru na Umoja με τον Noah Howard του 1970). Θα ήθελα να κρατούσε δέκα λεπτά.
Το “Face Of Silence”, ξεκινά με έναν καταιγισμό ήχων που ακούγεται (αλλά δεν είναι) σαν προετοιμασμένο πιάνο, σαν John Cage στα πιο θορυβώδη Imaginary Landscapes του. Στη συνεχεία, ακούγεται σαν ο πιανίστας να προσπαθεί να κατέβει τις σκάλες μαζί με το πιάνο του, αλλά πέφτει.
Το ξέφρενο Sun Greeted, μας καλωσορίζει με άμετρα ρολαρίσματα από τον White και επιθετικό σαξόφωνο από την φλεγόμενη Zoh Amba. Το σολο της, βραχνό από τα ξεφωνητά (σαν του Pharoah Sanders) εξελίσσεται παράλληλα και ξεχωριστά από την άτονη, αφηρημένη μουρμουριστή μελωδία της κιθάρας που φτάνει σε κάποια κορύφωση, τύπου Jandek. Τέλος, το σαξόφωνο που δεν έχει σταματήσει να πετάει φλόγες τόση ώρα, κλείνει το κομμάτι με μια μελαγχολική νότα. Το πνεύμα του Albert Ayler ήταν σίγουρα χαρούμενο, εδώ.
Μετά το προηγούμενο ολοκαύτωμα, μελωδική έκπληξη αποτελεί το Happy To Be, ένα αργό κομμάτι που αρχίζει με σχεδόν τελετουργικά τύμπανα και ένα επίμονο επαναλαμβανόμενο μοτίβο στο σαξόφωνο το οποίο αρνείται να εξελιχθει παρά σχεδόν τρία λεπτά αργότερα αλλά όταν το κάνει, έχει τόσο έντονα δραματικό τόνο που όταν επιστρέφει στην αρχική μελωδία την κάνει να ακούγεται από γκρινιάρικη, σε απόλυτα δικαιωμένη. Αυτό το κομμάτι με την αργή ανάπτυξη και την υψηλότερη κορύφωση, είναι μάλλον το καλύτερο του δίσκου.
Η Amba τραγουδάει στο ‘Morning Sea’, το δεύτερο κομμάτι με φωνητικά, μια avant-folk μπαλάντα με υπόκωφα τύμπανα, που εξελίσσεται σχεδόν συμβατικά άλλα παίρνουν τον ήχο του τραγουδιού τα κύματα και εσύ ακούς σκόρπια θραύσματα, ώσπου έτσι απλά κι αυτό, τελειώνει. Όχι όμως χωρίς να με κάνει να αναρωτιέμαι πως θα ακούγονταν αυτό το κομμάτι αν ήταν πλήρες. Όχι ότι θα το προτιμούσα έτσι. Απλά, ο τρόπος που οι Beings αδειάζουν το κομμάτι στο τέλος δεν μπορεί παρά να με κάνει να αναρωτιέμαι τι θα γινόταν αν συνέχιζε κι άλλο.
Τέλος με το Do Come Again, ένα κάπως ονειρικό κομμάτι, με κιθαριστική βάση, σκόρπια και αφηρημένη όπως πρέπει και το πιο μελωδικό, με τη συμβατική έννοια του όρου, σαξόφωνο. Σαν ανακούφιση στα εγκαύματα που άφησαν τα προηγούμενα διάπυρα σολο, το σαξόφωνο της Amba παρηγορεί και καταπραΰνει, πάνω από μια θάλασσα από κιθάρα, μπάσο και τύμπανα ώσπου και αυτό τελειώνει τόσο αθόρυβα και ξαφνικά, που το μόνο που μένει να κάνει κανείς είναι ξαναβάλει το There Is a Garden από την αρχή. Εγώ αυτό έκανα, ακλουθώντας το κάλεσμα του τίτλου, πάλι.
Soon Over Babaluma
an observation platform.